Saturday, May 1, 2010

Μια ουτοπία για τη σωτηρία του πλανήτη

Η κλιματική αλλαγή έχει πολλές παράπλευρες απώλειες. Εκατομμύρια άνθρωποι υφίστανται τις συνέπειές της, παρ' όλο που δεν ευθύνονται γι' αυτή, ούτε απολαμβάνουν την ευημερία και τις ανέσεις του δυτικού πολιτισμού. Σε αυτά ακριβώς τα βουβά θύματα της υπερθέρμανσης του πλανήτη θέλησε να δώσει φωνή η Παγκόσμια Διάσκεψη των Λαών για την Κλιματική Αλλαγή και τα Δικαιώματα της Μητέρας Γης που έγινε στην Κοτσαμπάμπα της Βολιβίας.

Εικόνα από την τελετή λήξης της παγκόσμιας διάσκεψης

Εικόνα από την τελετή λήξης της παγκόσμιας διάσκεψης

μπορούσε να την αποκαλέσει κανείς και «Αντι-Κοπεγχάγη». Αν τον περασμένο Δεκέμβριο συγκεντρώθηκαν στην πρωτεύουσα της Δανίας οι ισχυροί του πλανήτη για να καταλήξουν σε κάποιες χαλαρές, μη δεσμευτικού χαρακτήρα συμφωνίες για τη σωτηρία του πλανήτη, στην Κοτσαμπάμπα έδωσαν ραντεβού εκείνοι που δεν εισακούστηκαν όσο έπρεπε στην Ευρώπη: Περίπου 20.000 συμμετέχοντες από διάφορες χώρες, κυρίως από τη Λατινική Αμερική, εκπρόσωποι ιθαγενικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών οργανώσεων, δημοσιογράφοι, διανοούμενοι, πολιτικοί, αλλά μόνο ένας αρχηγός κράτους, ο πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες, με εξαίρεση φυσικά τον βολιβιανό ομόλογό του Εβο Μοράλες, ο οποίος ήταν ο οικοδεσπότης και εμπνευστής της Διάσκεψης.

Θα μπορούσε επίσης να την αποκαλέσει κανείς και σύναξη των ουτοπιστών. Η «συμφωνία των λαών» στην οποία κατέληξε η διάσκεψη της Κοτσαμπάμπα, ζητάει διάφορα «εξωπραγματικά»: Κατ' αρχάς θεωρεί ότι η «Πάτσα Μάμα», όπως αποκαλούν οι Ινδιάνοι της Λατινικής Αμερικής τη Μάνα Γη, έχει αναφαίρετα δικαιώματα όπως κάθε ζωντανός οργανισμός. Γι' αυτό και η συμφωνία απαιτεί από τις πλούσιες χώρες να μειώσουν τις εκπομπές ρύπων που επιδεινώνουν το φαινόμενο του θερμοκηπίου κατά 50% ώς το 2020.

Προτείνει τη δημιουργία ενός παγκόσμιου ταμείου για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, στο οποίο οι αναπτυγμένες χώρες θα καταθέτουν το 6% του ετήσιου προϋπολογισμού τους. Θα προωθήσει τη διενέργεια ενός διεθνούς δημοψηφίσματος με θέμα την κλιματική αλλαγή, στο οποίο θα τεθεί το ερώτημα αν η ανθρωπότητα συμφωνεί να απορρίψει τον καπιταλισμό ως σύστημα διακυβέρνησης και αν εγκρίνει την πρόταση να διατεθούν τα έξοδα για τους εξοπλισμούς για την προστασία της «Πάτσα Μάμα».

Τέλος, ζητάει τη σύσταση ενός διεθνούς δικαστηρίου για το κλίμα το οποίο θα δικάζει τις χώρες και τις επιχειρήσεις οι οποίες δεν ανταποκρίνονται στις υποχρεώσεις τους για μείωση των ρύπων.

Ωραία όλα αυτά, αλλά ουτοπικά, θα πει κανείς. Μόνο που τα σοβαρά περιβαλλοντικά προβλήματα με τα οποία έρχονται αντιμέτωπες οι αναπτυσσόμενες χώρες, είναι 100% χειροπιαστά. «Σε ό,τι αφορά την πιο επείγουσα κρίση διαβίωσης που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή η Βολιβία -το γεγονός ότι οι παγετώνες των Ανδεων λιώνουν με ανησυχητική ταχύτητα, απειλώντας τον ανεφοδιασμό σε νερό των δύο μεγαλύτερων πόλεων της χώρας- οι Βολιβιανοί είναι ανήμποροι να κάνουν το παραμικρό για να αλλάξουν τη μοίρα τους από μόνοι τους. Κι αυτό γιατί οι αιτίες που προκαλούν το λιώσιμο των πάγων δεν βρίσκονται στη Βολιβία, αλλά στις λεωφόρους και στις βιομηχανικές ζώνες των αναπτυγμένων βιομηχανικά χωρών», γράφει στο αμερικανικό περιοδικό «The Nation» η Ναόμι Κλάιν, η οποία παρευρέθηκε στη διάσκεψη της Κοτσαμπάμπα.

Οπως μάλιστα μας υπενθυμίζει η δημοσιογράφος -σύμβολο της αντιπαγκοσμιοποίησης, η κλιματική αλλαγή δεν κοστίζει στους Βολιβιανούς -και όχι μόνο σε αυτούς- σε περιβαλλοντικές καταστροφές, αλλά και σε χρήμα: «Οταν η Βολιβία και το Εκουαδόρ αρνήθηκαν να προσυπογράψουν τη συμφωνία της Κοπεγχάγης, η κυβέρνηση των ΗΠΑ τούς περιέκοψε την οικονομική βοήθεια για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής κατά 3 και 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια αντίστοιχα».

Κατά πόσο όμως μπορεί η Κοτσαμπάμπα να γίνει πραγματικά «μια εναλλακτική Κοπεγχάγη»; «Με δεδομένο ότι πρόκειται για μια συγκέντρωση της κοινωνίας των πολιτών, η διάσκεψη δεν έχει τη δυνατότητα να εφαρμόσει τα συμπεράσματά της», σχολιάζει στο BBC ο βολιβιανός επιστήμονας Φρανσέσκο Σαράτι. «Πρέπει να τη δούμε σαν κάτι συμβολικό, ηθικό, που βγαίνει από τους κόλπους των πιο παραμελημένων στρωμάτων της κοινωνίας, τα οποία συγχρόνως είναι και αυτά που πλήττονται περισσότερο από την κλιματική αλλαγή».

  • Ραντεβού στο Κανκούν

Εκείνοι πάντως που πήγαν στη διάσκεψη της Κοτσαμπάμπα, έχουν βάλει ένα μεγάλο στοίχημα: να μεταφέρουν τα συμπεράσματά τους στην παγκόσμια διάσκεψη για το κλίμα που θα γίνει τον ερχόμενο Δεκέμβριο στο Κανκούν του Μεξικού. Το ζήτημα της δημιουργίας ενός διεθνούς δικαστηρίου για το κλίμα είναι αυτό που αναμένεται να συζητηθεί περισσότερο και που, ενδεχομένως, σύμφωνα με τον Σαράτι, έχει τις περισσότερες πιθανότητες να υλοποιηθεί. Ωσπου να συμβεί αυτό, αρκετές φτωχές χώρες, καθώς και ομάδες ιθαγενών σκοπεύουν να καταγγείλουν χώρες του αναπτυγμένου κόσμου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης.

Αλλά, ούτε και όταν μιλούν για παγκόσμιο δημοψήφισμα κατά του καπιταλισμού δείχνουν να αστειεύονται. Ο στόχος είναι να διενεργηθεί το δημοψήφισμα στις 22 Απριλίου του 2011, ώστε να συμπέσει με την παγκόσμια ημέρα της Γης. Η ψηφοφορία θα γίνει μέσω Διαδικτύου ή και με κάλπες που θα στηθούν ταυτόχρονα σε όλες τις ενδιαφερόμενες χώρες. Οι διοργανωτές αισιοδοξούν ότι θα καταφέρουν να προσελκύσουν δύο δισεκατομμύρια ψηφοφόρους, δηλαδή περίπου το 50% του παγκόσμιου πληθυσμού σε ηλικία ψήφου. Και μετά; Ο καπιταλισμός σίγουρα δεν θα καταρρεύσει, ακόμα και αν ηττηθεί κατά κράτος σε ένα άτυπο παγκόσμιο δημοψήφισμα. Ωστόσο, οι ισχυροί του πλανήτη θα λάβουν ένα ηχηρό μήνυμα που θα λέει ότι η κοινωνία των πολιτών δεν κοιμάται...

Η πόλη του πολέμου για το νερό

Η επιλογή της Κοτσαμπάμπα για τη διεξαγωγή της εναλλακτικής παγκόσμιας διάσκεψης για το κλίμα δεν ήταν τυχαία.

Ο πρόεδρος Εβο Μοράλες αποκαλεί αυτή την πόλη «καρδιά της Βολιβίας». Εκεί, πριν από 10 χρόνια ξεκίνησε αυτό που κάποιοι από τους συμμετέχοντες στην πρόσφατη διάσκεψη χαρακτήρισαν ως την «πρώτη επανάσταση του 21ου αιώνα». Ηταν η επανάσταση των κατοίκων της Κοτσαμπάμπα κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού, που έμεινε στην ιστορία ως ο «πόλεμος του νερού».

Το 2000, η Βολιβία βρισκόταν υπό τη διακυβέρνηση του Ούγο Μπάνσερ, πρώην δικτάτορα κατά τη δεκαετία του '70, ο οποίος αργότερα επέστρεψε στην εξουσία ως δημοκρατικά εκλεγμένος πρόεδρος, εφαρμόζοντας μια ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική. Σε μια από τις φτωχότερες χώρες της Λατινικής Αμερικής είχαν ιδιωτικοποιηθεί οι σιδηρόδρομοι, οι αερομεταφορές, οι τηλεπικοινωνίες και η βιομηχανία των καυσίμων. Σύντομα θα ερχόταν και η σειρά του νερού.

Στις αρχές του 2000, η Παγκόσμια Τράπεζα στην οποία είχε προσφύγει πολλές φορές η χώρα για να καλύψει τις ανάγκες της σε ρευστό, ανακοίνωσε στην κυβέρνηση της Βολιβίας ότι δεν θα της χορηγούσε νέο δάνειο (ύψους 25 εκατομμυρίων δολαρίων) αν δεν προχωρούσε σε ιδιωτικοποίηση του συστήματος ύδρευσης. Η παροχή νερού στην Κοτσαμπάμπα, την τρίτη σε μέγεθος πόλη της Βολιβίας, πέρασε στα χέρια της πολυεθνικής Bechtel, η οποία ανέβασε το κόστος στα ύψη.

Η αντίδραση ήταν άμεση. Χιλιάδες Βολιβιανοί, μεταξύ τους πολλοί αγρότες από τις γύρω επαρχίες, άρχισαν να διαδηλώνουν τον Ιανουάριο στην Κοτσαμπάμπα. Σύντομα οι διαδηλώσεις πήραν τη μορφή γενικευμένης απεργίας που παρέλυσε την οικονομία ολόκληρης της περιοχής. Μέχρι τον Απρίλιο, οι διαδηλώσεις είχαν εξαπλωθεί σε πολλές άλλες πόλεις, οδηγώντας την κυβέρνηση να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Ηταν όμως πλέον αργά. Το μέγεθος της λαϊκής αντίδρασης ήταν τέτοιο, ώστε οι αρχές της Βολιβίας ανακοίνωσαν στους εκπροσώπους της Bechtel ότι δεν μπορούσαν πλέον να εγγυηθούν για την ασφάλειά τους. Η πολυεθνική αποσύρθηκε και ο έλεγχος του νερού της Κοτσαμπάμπα πέρασε ξανά στα χέρια του δήμου.

Η οργάνωση των «κοκαλέρος», των καλλιεργητών της κόκας, πρωτοστάτησε στις διαδηλώσεις της Κοτσαμπάμπα και έκανε το άστρο του προέδρου της, Εβο Μοράλες, να λάμψει. Περίπου ένα χρόνο αργότερα, τον Αύγουστο του 2001, ο Μπάνσερ παραιτήθηκε από την προεδρία, ενώ το Δεκέμβριο του 2005, ο Εβο Μοράλες γινόταν ο πρώτος ιθαγενής πρόεδρος της Βολιβίας, εθνικοποιώντας στη συνέχεια τη μία μετά την άλλη όλες τις εθνικές πηγές πλούτου και δίνοντας νέα αξία στη λέξη «αυτόχθονας».

Το κίνημα της απο-ανάπτυξης

Μια αναπάντεχη επικαιρότητα έρχεται να «αναστήσει» ένα παλιό οικολογικό αξίωμα που είχε βυθιστεί στη λήθη του παρελθόντος.

Το ηφαιστειακό νέφος από την Ισλανδία θύμισε με οδυνηρό τρόπο ότι ο καπιταλισμός δουλεύει καλά «καιρού επιτρέποντος». Γεγονός που σημαίνει ότι ήταν και εξακολουθεί να είναι τεράστια και επικίνδυνη η καπιταλιστική πλάνη πως η οικονομική δραστηριότητα πραγματοποιείται έκτος βιόσφαιρας, και γι' αυτό η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να είναι βιώσιμη, αειφόρος ή ακόμη και... με ανθρώπινο πρόσωπο.

Μια πλάνη που είχε καταγγελθεί από τις αρχές της δεκαετίας του '70, όταν ο ρουμάνος μαθηματικός και οικονομολόγος Νίκολας Γκεοργκέσκου-Ρόεγκεν επισήμανε τη σχέση που συνδέει άρρηκτα την κοινωνία με τη φύση, προφητεύοντας ότι η ανεξέλεγκτη οικονομική ανάπτυξη θα οδηγούσε σε περιβαλλοντική κρίση.

Η προειδοποίηση εκείνη του Ρόεγκεν αποτέλεσε τη μαγιά μιας σειράς ζυμώσεων στους κύκλους των οικολογικών κινημάτων, που οδήγησαν στην αντίληψη ότι η περιβαλλοντική υποβάθμιση και η κλιματική αλλαγή ήταν στην πραγματικότητα ζητήματα κοινωνικής δικαιοσύνης. Σύγχρονοι διανοούμενοι σαν τον γάλλο οικονομολόγο Σερζ Λατούς και την ελβετίδα πολιτικό επιστήμονα Μαρί-Ντομινίκ Περό, προχώρησαν περισσότερο και διατύπωσαν ένα θεωρητικό μοντέλο εξόδου από την καταστροφική καπιταλιστική διαχείριση των κοινωνιών, αντιπροτείνοντας την «απο-ανάπτυξη» της οικονομίας. Δηλαδή, τον εκδημοκρατισμό στη διαχείριση των φυσικών πόρων και την εγκατάλειψη της λογικής της αγοράς στην αντιμετώπιση των οικολογικών προβλημάτων.

Για παράδειγμα, οι ποσοστώσεις και το εμπόριο των καυσαερίων δεν λύνουν το οικολογικό πρόβλημα διότι, αν και λιγότερες, οι τσιμινιέρες καπνίζουν εντατικότερα για να ικανοποιήσουν τις υπερκαταναλωτικές «ανάγκες» των ανθρώπων. Και το χειρότερο, η καπιταλιστική ανάπτυξη όχι μόνο κοινωνική συνοχή δεν έφερε όπως υποσχόταν, αλλά βάθυνε τις ανισότητες και στέρησε πολλά δημοκρατικά κεκτημένα, ιδιαίτερα στον φτωχό Νότο.

Με αυτά τα δύσκολα λόγια, η θεωρία της «απο-ανάπτυξης» οδήγησε σταδιακά στην εμφάνιση ενός νέου οικολογικού κινήματος που απαιτούσε κοινωνική δικαιοσύνη για να λυθεί το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Ενός κινήματος που ουσιαστικά απαιτούσε (και απαιτεί) τη γενική κοινωνική μετάλλαξη, όπου οι άνθρωποι θα καταλάβουν ότι άλλο καλή ζωή κι άλλο υπερκατανάλωση, θα απαιτήσουν από τις κυβερνήσεις τους δημοκρατία και κοινωνικό έλεγχο στη διαχείριση των φυσικών πόρων, αναδιανομή του πλούτου και οριστική αποσαφήνιση για το ποιός είναι επιτέλους ο πραγματικός σκοπός της εργασίας. Ολα αυτά, συμπυκνωμένα στην προτροπή του Λατούς ότι στις νέες κοινωνίες πρέπει να πρυτανεύει «η φειδώ, η νηφαλιότητα και η λιτότητα», δηλαδή το ξεπέρασμα του καπιταλισμού.

Σήμερα, στο πλαίσιο του αντικαπιταλιστικού κινήματος και της εναλλακτικής παγκοσμιοποίησης, κινείται και η Δράση Κλιματικής Δικαιοσύνης, (CJA), μια παγκόσμια ομοσπονδία οικολογικών οργανώσεων και ατόμων που σκέφθηκαν να συντονίσουν τις δράσεις τους αφού συμμερίζονται το όραμα της «απο-ανάπτυξης». Ενα όραμα που περιγράφηκε και ενώπιον των συνέδρων της λαϊκής παγκόσμιας συνόδου «Για το κλίμα και τα δικαιώματα της Μητέρας Γης» στην Κοτσαμπάμπα της Βολιβίας.

Στόχος της συμμετοχής της CJA, να συντονιστεί η διηπειρωτική δράση των λαϊκών και κοινωνικών κινημάτων κλιματικής δικαιοσύνης. Αν και ακούγεται απλό, στην πραγματικότητα είναι πολύπλοκο: στην ατζέντα της Κλιματικής Δικαιοσύνης, υπάρχει η προσπάθεια να δημιουργηθεί ένας πόλος δράσης, τόσο ισχυρός ώστε να ανταγωνιστεί «το ηγεμονικό πρόγραμμα των κυβερνήσεων της G20 και των ιδρυμάτων του υπερεθνικού κεφαλαίου». Κι αυτό, σε μια στιγμή που το «σύστημα» παλεύει να επανακτήσει τον έλεγχο που του κλόνισε η παγκόσμια οικονομική κρίση και η ένταση των φυσικών φαινομένων λόγω της κλιματικής αλλαγής.

Είναι η ίδια στιγμή που αυτό το σημαντικό κομμάτι του παγκόσμιου αντικαπιταλιστικού σχεδίου, «αγωνίζεται να ανακτήσει ένα μίνιμουμ κοινωνικής δικαιοσύνης προς όφελος της φύσης». Μιας δικαιοσύνης που, όπως είχε επισημάνει η γαλλική «Le Monde diplo-matique», βρίσκεται πέραν του σημερινού αναπτυξιακού μοντέλου και ορίζει ως ανάπτυξη «όχι την αέναη αύξηση της παραγωγής, τη ρύπανση, τις καταπιεσμένες επιθυμίες και την ανισότητα, αλλά τη μείωση του χρόνου εργασίας, την ανακατανομή των εισοδημάτων, την επέκταση του κοινωνικού κράτους και την ανάπτυξη του πολιτισμού».


No comments: