Η τακτική χρήση ασπιρίνης μπορεί ενδεχομένως να οδηγήσει σε μακρύτερο χρόνο επιβίωσης από τον καρκίνο, σύμφωνα  με επισκόπηση ιατρικών ερευνών.

Σε ανάλυση 71 ερευνών που πραγματοποιήθηκε σε 120.000 ασθενείς με καρκίνο που λάμβαναν ασπιρίνη και 400.000 που δεν λάμβαναν ερευνητές ανακάλυψαν ότι η αναλογία ασθενών που ζούσαν ήταν 20-30% μεγαλύτερη σε όσους λάμβαναν ασπιρίνη. Τα ευρήματα που δημοσιεύτηκαν την Τρίτη στο περιοδικό PLOS One, ανακάλυψαν επίσης ότι η εξάπλωση του καρκίνου σε άλλες περιοχές του σώματος ήταν λιγότερη σε όσους χρησιμοποιούσαν ασπιρίνη.
Ο Dr. Peter Elwood, του Cardiff University στην Ουαλία, σημείωσε ότι η χρήση ασπιρίνης χαμηλής δόσης ως πρόληψη στην καρδιοπάθεια, το εγκεφαλικό επεισόδιο και τον καρκίνο είναι καλά στηριγμένη αλλά προκύπτουν τώρα ενδείξεις ότι το φάρμακο μπορεί ενδεχομένως να έχει πολύτιμο ρόλο ως επιπλέον αγωγή για τον καρκίνο.
Σχεδόν μισές από τις έρευνες που δημοσιεύτηκαν έως τον Αύγουστο 2017 αφορούσαν ασθενείς με καρκίνο στο έντερο και οι περισσότερες περιλαμβάνουν ασθενείς με καρκίνο μαστού ή προστάτη.
Σύμφωνα με έρευνα στο παχύ έντερο, ένας 65χρονος μη διαβητικός άντρας που λάμβανε ασπιρίνη θα είχε πρόγνωση παρόμοια με αυτή άντρα νεότερου κατά 5 έτη που δεν λάμβανε το φάρμακο. Για παρόμοιας ηλικίας γυναίκα με καρκίνο στο παχύ έντερο η πρόσθεση ασπιρίνης θα μπορούσε να οδηγήσει σε πρόγνωση γυναίκας νεότερης κατά 4 χρόνια.
Καθεμία από τις 71 εκθέσεις που εξέτασαν την αιμορραγία ανακάλυψαν ότι η αναλογία των ασθενών που λάμβαναν ασπιρίνη και είχαν σοβαρή αιμορραγία δεν ήταν μεγαλύτερη από την αναλογία των ασθενών που δεν λάμβαναν ασπιρίνη και είχαν εμφανίσει γαστρορραγία  λόγω άλλων αιτίων.
Οι ερευνητές σημείωσαν ότι λίγες έρευνες απέτυχαν να εντοπίσουν όφελος που να αποδίδεται στην ασπιρίνη. Ενώ νέες δοκιμές έχουν ξεκινήσει, οι ερευνητές σημειώνουν ότι χρειάζονται πολύ περισσότερες για να στηριχτούν τα αντικαρκινικά οφέλη της ασπιρίνης.
Ο Elwood δήλωσε ότι ασθενείς με καρκίνο θα πρέπει να ξέρουν τις διαθέσιμες ενδείξεις και να βοηθηθούν να κρίνουν μόνοι τους σχετικά με την ισορροπία μεταξύ των κινδύνων και του οφέλους της καθημερινής λήψης χαμηλής δόσης. Όλοι οι ασθενείς θα πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους πριν ξεκινήσουν νέα φαρμακευτική αγωγή.
Το 1974, η ερευνητική του ομάδα ανέφερε την πρώτη τυχαιοποιημένη δοκιμή ασπιρίνης στην πρόληψη της αγγειακής θνησιμότητας, στο British Medical Journal.
Η νέα έρευνα αποτελεί νέα ματιά στην έρευνά του, συστηματικής επισκόπησης των 5 τυχαιοποιημένων δοκιμών και των 42 ερευνών παρατήρησης που  δημοσιεύτηκαν το 2016.
Τότε ανακάλυψε ότι η ασπιρίνη θα μπορούσε να αυξήσει τις πιθανότητες επιβίωσης των ασθενών μέχρι 20% και να τους βοηθήσει στο θέμα της εξάπλωσης της νόσου.