Sunday, March 1, 2009

Η (καθημερινή) βία κινητήριος μοχλός της οικονομίας

Η μέρα: Το ταξί έκλεισε τη διάβαση των πεζών διότι δεν πρόλαβε το φανάρι. Ο ηλικιωμένος τόλμησε να παρατηρήσει τον οδηγό. Μερικές δεκάδες περαστικοί υποχρεώθηκαν να ακούσουν το υβρεολόγιο από μέρους του «επαγγελματία».

Ο οδηγός του φορτηγού με τα «αλάρμ» σ' έναν από τους πιο γνωστούς (και στενούς) δρόμους του ιστορικού κέντρου θεώρησε πολύ φυσιολογικό να αποκλείσει τον δρόμο μέχρι να... «ξεφορτώνω κυρά μου, βγάζω το ψωμί μου, τράβα να πλύνεις κανά πιάτο». Ο «Ζητάς» της ΕΛ.ΑΣ. που πέρναγε δεν ασχολήθηκε. Καθημερινότητα είναι αυτή, αυτός θα την αλλάξει;

Ο πολίτης στο αναπηρικό καροτσάκι είναι αόρατος. Τουλάχιστον για τον οδηγό που έκλεισε τη ράμπα στο πεζοδρόμιο στη Θησέως στην Καλλιθέα.

Στην παιδική χαρά (συνήθως ξαχαρβαλωμένη) ποιος θα περίμενε τα βιαιότερα παιδιά να προέρχονται από φτωχές μη ενσωματωμένες οικογένειες; (Μόνον οι ψυχολόγοι. Η βία που εισπράττει η οικογένειά τους λόγω φτώχειας και οι συνθήκες ανομίας στις οποίες υποχρεώνεται να ζήσει μεταφέρονται ως σταγόνες βίας στα παιδιά).

Στο πανεπιστήμιο ο φοιτητής έχει γίνει πιο προσεκτικός. Περισσότερο απών. Αυτό σημαίνει σήμερα στη μεγάλη ελληνική πόλη να είσαι προσεκτικός. Να μην ασχολείσαι. Απλώς να συμμορφώνεσαι στον πήχυ της βίας που συνεχώς ανηφορίζει προς τις γκρίζες ζώνες της βαρβαρότητας. Ιδίως αν είσαι φοιτητής της Νομικής. Οπου κρύβεται το τελευταίο είδος βίας: το χουλιγκανικό.

Βράδυ: Τα πεζοδρόμια της πόλης έχουν (ξανα)γίνει πάρκινγκ. Και ξέρεις πως αν τα βάλεις με τον «φουσκωτό» είτε θα βρεις μετά το Ι.Χ. σου σπασμένο είτε «χωρίς περιστροφές» το πρόσωπό σου. Εκείνο όμως που εισπράττεται περισσότερο ως βία είναι όταν ο «φουσκωτός» εργάζεται την ίδια στιγμή που ένα περιπολικό διέρχεται. Θεατές στο ίδιο έργο.

Τα σημεία μαύρου χρήματος το βράδυ έχουν πολλαπλασιαστεί. Ποιον να φοβηθούν οι καταστηματάρχες; «Ακόμη κι αν έρθουν για έλεγχο τη μίζα θα την πάρουν, διότι όλο και κάτι θα βρουν». Οι «αποκλεισμένες» περιοχές ξεκίνησαν από μερικά οικοδομικά τετράγωνα και τώρα είναι συνοικίες.

  • Καλώς ήλθατε στη μάχη της Αθήνας…

Πιο άγρια και πιο ανελέητη για τους αδύνατους, πιο ασύδοτη για τους θρασείς. Πιο επικερδής σχεδόν για όλους.

Στην κοινωνιολογία έχει επικρατήσει από το 1971 ο όρος «ευγενής απροσεξία». Περιγράφει κάτι που κάνουμε όλοι μας: Δύο πρόσωπα, προσπερνούν το ένα το άλλο σ' ένα δρόμο της πόλης. Από μακριά ανταλλάσσουν σύντομες ματιές, ο καθένας τους ανιχνεύει βιαστικά το πρόσωπο του άλλου και τον τρόπο του ντυσίματος. Οπως πλησιάζουν και προσπερνιούνται, ο καθένας τους κοιτάει αλλού, αποφεύγοντας το βλέμμα του άλλου.

Η ευγενής απροσεξία -περιγράφει ο κοινωνιολόγος Αντονι Γκίντενς- «δεν σημαίνει πως αγνοούμε τον άλλο. Φανερώνει την αναγνώριση της παρουσίας του άλλου προσώπου, αλλά αποτρέπει κάθε άλλη κίνηση ή μορφασμό που μπορεί να εκληφθεί ως αδιακρισία ή προσβολή. Η ευγενής απροσεξία είναι κάτι που κάνουμε λίγο-πολύ ασυνείδητα, αλλά έχει βασική σημασία στην καθημερινή μας ζωή».

Είναι με λίγα λόγια η βάση (αλλά και ο πήχυς) της καθημερινής εικόνας του πολιτισμού μας. Ακόμη κι αν δεν αγωνιζόμαστε για τα δικαιώματα του άλλου, η συμβίωση μαζί του, όλων μας, εξαρτάται από μερικές άγραφες παραδοχές. Στη βάση αυτών των παραδοχών υπάρχει ο «εξορκισμός» της βίας από την καθημερινότητα. Αλλά σήμερα στην Αθήνα το βλέμμα αντικαθίσταται από το «βλ-αίμα».

Είναι μάλλον βέβαιο ότι μόνο το κουτί της Πανδώρας θα μπορούσε να χωρέσει όλα τα είδη βίας, τις έννοιές της και τις εκφράσεις της. Και είναι περίπου αδύνατος ένας (συνολικός) ορισμός της βίας.

  • Η οικονομία της βίας

Ωστόσο στη δική μας περίπτωση, στην Αθήνα και στις άλλες μεγάλες πόλεις, γεννιέται ένας ακόμη ορισμός: Η βία είναι πλέον η κινητήρια δύναμη της οικονομίας. Αρκεί να κοιτάξουμε γύρω μας. Δεν θα δούμε τη «μαμή της ιστορίας» αλλά τη «μαμή» των «δικαίων του λαού». Την ατόφια λαϊκή βία. Που έχτισε την πόλη έτσι όπως τη βλέπουμε, που βύθισε τους πολίτες κάτω από τη γη για να αφήσει ζωτικό χώρο στο Ι.Χ.

Η ελληνική πόλη (μας) είναι γέννημα θρέμμα της βίας. Με τη βία ξεριζώθηκαν χιλιάδες ανειδίκευτοι εργάτες από την ύπαιθρο. Μέσω της αντιπαροχής ενσωματώθηκαν στην οικονομία και με τη βία, στο περιαστικό και αστικό περιβάλλον, εκτόξευσαν τιμές και κέρδη και ξέπλυναν τους φόβους τους και την ιστορία τους.

Η Μεταπολίτευση απογείωσε τη λαϊκή βία απέναντι στο Σώμα της πόλης. Ο «μικρομεσαίος» έπρεπε να γίνει τουλάχιστον «μεσαίος». Οχι μέσω της παραγωγικότητάς του, αλλά μέσω της ενσωμάτωσής του στην όλο και αυξανόμενη ανομία: Τα σκάνδαλα των «εχόντων και κατεχόντων» χρησιμοποιήθηκαν για να δικαιολογήσουν τα «πταίσματα» των «νοικοκυραίων».

Η επίκληση της «ατιμωρησίας των ελίτ» φούλαρε τις μηχανές της λαϊκής οργής. Οχι για καταδίκη αλλά για συμμετοχή στην ανομία. Ολόκληρες επαγγελματικές τάξεις απαίτησαν και πέτυχαν την απαλλαγή τους από το στοιχειώδες, τη φορολόγησή τους. Με την προσφυγή στην απειλή των κινητοποιήσεων. Η πόλη διοργάνωνε Ολυμπιακούς Αγώνες και απειλήθηκε να μείνει χωρίς ταξί αν χρησιμοποιούνταν οι ταμειακές μηχανές.

Ο δεύτερος κύκλος ανάπτυξης μέσω της βίας επισφραγίσθηκε τότε με την εξάπλωση της πόλης στα βόρεια. Αυτή τη φορά τα κέρδη των «μεσαίων» χρηματοδοτήθηκαν από τη μετανάστευση. Η βία απέναντι σε δεκάδες χιλιάδες οικογένειες «άλλων» χρηματοδότησε το 4Χ4 του πρώην «μικρομεσαίου». Επίσης χρηματοδότησε την επαγγελματική σταδιοδρόμηση των παιδιών του που είτε ως νομικοί είτε ως μηχανικοί είτε ως εργολάβοι είτε ως μικροεπαγγελματίες κέρδισαν από τους σύγχρονους πλάνητες των αστικών ερήμων. Ολοι μας κερδίσαμε από τη βία στους εργάτες δεύτερης κατηγορίας. Οπως και από την ανομία. Η εικόνα γενικευμένης διαφθοράς ανέβασε τις «λαϊκές» απαιτήσεις για τα δικά της όρια στη διαφθορά.

Πρώτη φορά, φέτος, παρουσιάστηκε υστέρηση στην είσπραξη των αναμενόμενων από τα τέλη κυκλοφορίας.

Ο «άγιος» Εφραίμ μάλλον διευκόλυνε τον εκδημοκρατισμό της ανομίας. Η «κουκούλα» της αγιορείτικης αγιότητας δικαίωσε τις άλλες, καθημερινές, κουκούλες. Γι' αυτό και ηρωοποιήθηκε ο Παλαιοκώστας. Επειδή ανεβάζει ψηλά τον πήχυ για όλους μας. Εχει ξαναγίνει αυτό. Οταν έπεφταν τα θεμέλια του ελληνικού βασιλείου. Ακόμη και σήμερα στα σχολικά εγχειρίδια δεν γίνεται καμία αιτιολογημένη αναφορά για τους κατσαπλιάδες που δολοφόνησαν τον Καποδίστρια. Μάλιστα, ακόμη και οι προσπάθειες των Βαυαρών να περιορίσουν τα «δίκαια των αγωνιστών», υποφέρουν και σήμερα από το βάρος του χαρακτηρισμού «ξενόφερτος» και αποσιωπούν ότι χρειάστηκε να φθάσουμε στα χρόνια του Βενιζέλου για να απαλλαγεί η χώρα από τη λαϊκής αποδοχής ληστεία. Τα θεμέλια είναι γερά, αλλά δεν μας τιμούν. Γι' αυτό και τα καλύψαμε με κάμποσα κυβικά μέτρα ελλληνοπρεπούς σιωπής.

Ο πατέρας της Κοινωνιολογίας, Εμίλ Ντιρκάιμ, μελετώντας την αυτοκτονία, υποστήριξε πως «η ανομία υπάρχει όταν δεν υπάρχουν σαφή πρότυπα που να προσδιορίζουν τη συμπεριφορά σε μία συγκεκριμένη περιοχή της κοινωνικής ζωής». Ο Ντιρκάιμ πίστευε ότι στις περιπτώσεις αυτές οι άνθρωποι αισθάνονται αποπροσανατολισμένοι κι έτσι βυθίζονται στο άγχος. Τι να κάνουμε… Αυτός είναι ο λογαριασμός…

  • Tου Τακη Καμπυλη, Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 01-03-09
  • Ιnfo

  • -Anthony Giddens «Κοινωνιολογία», Αθήνα 2002, εκδ. Gutenberg.
  • -Eric Hobsbawm «Επαναστάτες», Αθήνα 2008, εκδ. Θεμέλιο.
  • -Jean-Claude Michea «Η αυτοκρατορία του μικρότερου κακού», Αθήνα 2009, εκδ. Πόλις.
  • -Σωτήρη Δημητρίου «Μορφές βίας», Αθήνα 2003, εκδ. Σαββάλας.
  • -Hannah Arendt «Περί βίας», Αθήνα 2000, εκδ. Αλεξάνδρεια.
  • -Walter Benjamin «Για μία κριτική της βίας», Αθήνα 2002, εκδ. Ελευθεριακή Κουλτούρα.
  • -Νορμπέρτο Μπόμπιο «Εγκώμιο της πραότητας», Αθήνα 2008, εκδ. Πατάκης.
  • -Νίκου Θεοτοκά - Νίκου Κοταρίδη «Η Οικονομία της Βίας», Αθήνα 2006, εκδ. Βιβλιόραμα.
  • -Κλήμη Ναυρίδη (επιμέλεια) «Εξουσία, βία, πόνος», Αθήνα 2001, εκδ. Καστανιώτης.

No comments: